Τρίτη 24 Μαΐου 2011

Οι τουρκικές εκλογές και το Σύνταγμα

Του Ιωαννη Ν. Γρηγοριαδη*

Λίγες μόνον εβδομάδες απέμειναν ώς τις τουρκικές βουλευτικές εκλογές της 12ης Ιουνίου. Παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις του πρωθυπουργού Ερντογάν, η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν αποτελεί τον πυρήνα του προεκλογικού προγράμματος του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Αναπτύξεως (ΑΚΡ). Ο Τούρκος πρωθυπουργός επιφυλάχθηκε να διατυπώσει αναλυτικώς τις προτάσεις του μετά τις εκλογές. Ωστόσο, μέχρι στιγμής οι ενδείξεις δεν είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντικές για τους υποστηρικτές των μεταρρυθμίσεων. Φαίνεται ότι η προτεραιότητα του νέου Συντάγματος θα είναι όχι η ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών και των ατομικών δικαιωμάτων, αλλά η αλλαγή των θεσμικών ισορροπιών διά της ενισχύσεως των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας. Επανειλημμένες δηλώσεις του κ. Ερντογάν έχουν κάνει σαφή την προσωπική του προτίμηση προς το μοντέλο προεδρικής δημοκρατίας. Ηδη το πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση έχει γίνει στην Τουρκία με την εισαγωγή της αμέσου εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία θα ισχύσει από την προσεχή εκλογή.

Ολα αυτά βεβαίως έχουν να κάνουν και με την πανθομολογουμένη πρόθεση του κ. Ερντογάν να μεταπηδήσει στον θώκο της προεδρίας το 2012. Το ιδανικό σενάριο για τον ίδιο θα ήταν η διατήρηση της αυτοδυναμίας του κόμματός του στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές και η ευρεία νίκη του στις πρώτες άμεσες προεδρικές εκλογές του 2012. Το πολιτικό κλίμα μάλλον ενισχύει την αισιοδοξία του για το εφικτό των σχεδίων αυτών. Τέτοιες πρωτοβουλίες ωστόσο θα οξύνουν ακόμη περισσότερο το εσωτερικό πολιτικό μέτωπο. Η πολιτική αστάθεια θα επιταθεί και από την έναρξη της διαδικασίας διαδοχής του κ. Ερντογάν στην ηγεσία του ΑΚΡ. Αρκετοί από τους νυν ισχυρούς παράγοντες του κόμματος δεν υποστηρίζουν την ενίσχυση των προεδρικών εξουσιών, φέρονται διατεθειμένοι να διεκδικήσουν την ηγεσία, και το αποτέλεσμα δείχνει αβέβαιο.

Κατά το παρελθόν, πολλές από τις διαμαρτυρίες των κεμαλιστών εναντίον των πρωτοβουλιών Ερντογάν ήταν κατανοητές, όχι όμως και θεμιτές. Η απώλεια ολιγαρχικών κοινωνικών και πολιτικών προνομίων των κεμαλιστών στο πλαίσιο της διαδικασίας εκδημοκρατισμού, προφανώς, προκαλούσε δυσφορία και αντιδράσεις. Ηταν όμως αναγκαία προϋπόθεση για την αποκατάσταση των πολιτικών και κοινωνικών ισορροπιών και την εμπέδωση της Δημοκρατίας. Μετά τις εκλογές του 2007, ωστόσο, ο φόβος κοινωνικής περιθωριοποίησης της κεμαλιστικής μεσαίας τάξεως εντάθηκε. Με την επιβράδυνση των πολιτικών μεταρρυθμίσεων και την απομάκρυνση της προοπτικής εντάξεως στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αυξήθηκαν οι ανησυχίες για την εκδήλωση κρουσμάτων αυταρχισμού στην κυβέρνηση Ερντογάν. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Δημοκρατία στην Τουρκία έχει εξασθενήσει σε σχέση με την προ του ΑΚΡ περίοδο. Παρά, ωστόσο, τη σημαντική πρόοδο, ο κίνδυνος μετατροπής της Τουρκίας σε μια «τυραννία της πλειοψηφίας» δεν είναι θεωρητικός. Αυτός είναι πιθανότερος στην περίπτωση που η Τουρκία εγκαταλείψει οριστικά τον στόχο της εντάξεως στην Ευρωπαϊκή Ενωση και διεκδικήσει περιφερειακό -ή και παγκόσμιο- ρόλο αδέσμευτης δυνάμεως.

Η ανάδειξη του κ. Ερντογάν ως ισχυρού προέδρου της τουρκικής Δημοκρατίας δεν πρόκειται να λύσει το θεμελιώδες πρόβλημα εμπιστοσύνης μεταξύ συντηρητικών μουσουλμάνων και κεμαλιστών. Αυτό μπορεί να γίνει μόνον επί τη βάσει ενός πραγματικά δημοκρατικού Συντάγματος που μπορεί να εγγυηθεί την ισότιμη συνύπαρξη των διαφόρων κοινωνικών τάξεων.

* Ο κ. Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης είναι επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_24/05/2011_443177

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου