Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010

ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΓΟ ΣΤΟ ΔΙΑΛΟΓΟ, ΟΧΙ ΣΤΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟ

Νεάπολη, 05/11/2010

Παρατηρώντας κανείς τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας την τρέχουσα περίοδο διακατέχεται αυτομάτως από ανάμικτα συναισθήματα. Δε νομίζω πως θα διαφωνήσει κάνεις στην αντίληψη ότι την αρχική αισιοδοξία για ανάκαμψη ακολούθησε απότομα μια προβληματική γενικότερου επιπέδου. Σιγά-σιγά πολλές από τις καινοτομίες της νέας κυβέρνησης άρχισαν να αποβαίνουν ατελέσφορες (όπως βέβαια και πολλές τελεσφόρησαν για να είμαστε δίκαιοι). Αρχίσαμε, λοιπόν, να υποψιαζόμαστε πως η μετάβαση προμηνύεται δυσμενέστερη των αρχικών (απαισιόδοξων) εκτιμήσεων.

Οι παραπάνω θέσεις αποτελούν απλές καθημερινές διαπιστώσεις. Ο λόγος, όμως, για τον οποίο δημοσιεύεται το παρόν άρθρο έχει να κάνει με το μεγαλύτερο, διαχρονικά, αγκάθι κάθε κυβέρνησης, την παιδεία. Έννοια παρεξηγημένη τόσο πολιτικά, όσο και, όπως φαίνεται, επιστημονικά. Πιο συγκεκριμένα το ζήτημα του νέου νόμου πλαίσιο 2 πρόκειται να αναπτυχθεί, ούτως ώστε να αναδειχθούν οι εντέλει οπισθοδρομικές αντιλήψεις της ηγεσίας του υπουργείου.

«Η περίοδος του Πανεπιστημίου της Mεταπολίτευσης έχει κλείσει τον ιστορικό της κύκλο», οι αλλαγές «πρέπει να είναι πολύ βαθιές, και να αφορούν το DNA της λειτουργίας των Πανεπιστημίων και των Tεχνολογικών Iδρυμάτων». Οι προηγούμενες φράσεις ειπώθηκαν από την κα Διαμαντοπούλου στους Δελφούς, στο πλαίσιο της πρώτης παρουσίασης των αλλαγών στην παιδεία, τις οποίες προωθεί το υπουργείο και αναφέρονται στις μεταρρυθμίσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Εύκολα οσμίζεται κάποιος, από τον τόνο και το ύφος τέτοιων φράσεων, πως οι αλλαγές προβλέπονται ριζικές και η πολιτική βούληση περισσεύει.

Επόμενος σταθμός αυτής της προσπάθειας του υπουργείου ήταν το Ρέθυμνο. Στις 23-10-2010 η υπουργός βρέθηκε στην Κρητική πόλη και ξεκίνησε επίσημα το διάλογο, καταθέτοντας τις βασικές μεταρρυθμιστικές προθέσεις του υπουργείου στο περιθώριο της 65ης συνόδου των Πρυτάνεων. Μια προσπάθεια που «χαιρετίστηκε έντονα» από φοιτητές, πρυτάνεις και καθηγητές παν/μιων. Τα παρακάτω σημεία-προθέσεις του υπουργείου όχι απλώς αιτιολογούν, αλλά δικαιολογούν πλήρως αυτή την αντίδραση:

· Ενίσχυση της αυτοδιοίκησης, μέσω της εκχώρησης αρμοδιοτήτων, τις οποίες σήμερα έχει το Υπουργείο Παιδείας και Διά Βίου Μάθησης (μισθοδοσία, έγκριση πιστώσεων και διορισμών)

· Μετάβαση από το σημερινό σύστημα σε αυτό της διοίκησης από το Συμβούλιο Διοίκησης και τη Σύγκλητο κάθε Ιδρύματος. Το Συμβούλιο Διοίκησης προτείνεται να αποτελείται από άμεσα εκλεγμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας του Ιδρύματος, εξωτερικά μέλη, φοιτητές και εκπροσώπους του διοικητικού προσωπικού. Είναι αναγκαιότητα η λειτουργία θεσμικών αντίβαρων για προγραμματισμό και έλεγχο.

· Δημόσια ειδική υπηρεσία ή ανεξάρτητη αρχή αναλαμβάνει τη διαχείριση και κατανομή της δημόσιας χρηματοδότησης στα Ιδρύματα.

· Οι νέοι φοιτητές εισάγονται σε Σχολές ή ανάλογα με τις συνθήκες σε Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Εντάσσονται στα επιμέρους προγράμματα σπουδών της Σχολής, μετά από το τέλος του πρώτου έτους, ανάλογα με τις επιδόσεις και τις προτιμήσεις τους.

· Αναπροσδιορίζονται οι βαθμίδες του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού. Θεσμοθετείται η δυνατότητα ταυτόχρονης υπηρεσίας σε ελληνικό και ΑΕΙ άλλης χώρας.

· Σε κάθε Πανεπιστήμιο θεσμοθετούνται Σχολές Μεταπτυχιακών Σπουδών, που οργανώνουν μεταπτυχιακά προγράμματα ειδίκευσης, οργανωμένα προγράμματα διδακτορικών σπουδών και απονέμουν μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών.

· Και φυσικά, δεν το λέει ρητά, αλλά είναι κοινός τόπος πως δρομολογείται σημαντική μείωση της φοιτητικής εκπροσώπησης.

ΚΡΙΤΙΚΗ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ:

Η εν λόγω μεταρρυθμιστική πρόταση συνιστά, κατ’ ουσίαν, τη μεγαλύτερη αλλαγή στα ακαδημαϊκά δρώμενα της χώρας τα τελευταία 20 χρόνια. Θα πρέπει, όμως, να επιδεικνύει περισσότερη προσοχή η υπουργός, διότι στην ιστορία μένεις εύκολα. Το ερώτημα, όμως, είναι με ποιο πρόσημο. Ηγέτης, στην πολιτική, είσαι όταν προωθείς κάτι πολύ θετικό, αλλά και το αντίθετο.

Κι αν η παραπάνω κριτική φαντάζει σκληρή, ας σκεφτούμε τα παρακάτω και ας αντιπροτείνουμε πλέον:

· Εκχωρείται η μισθοδοσία, η έγκριση πιστώσεων και διορισμών, τις οποίες σήμερα έχει το Υπουργείο Παιδείας και Διά Βίου Μάθησης στην τοπική αυτοδιοίκηση. Αυτό σημαίνει ότι βασικά ζητήματα διαχείρισης των ανωτάτων ιδρυμάτων θα επαφίενται στη διακριτική ευχέρεια των κατά τόπων αυτοδιοικητικών οργάνων. Διορθώστε με εάν κάνω λάθος: Τα Καλλικρατικά όργανα δε δημιουργήθηκαν (πέρα από τη βελτίωση της δομής του αυτοδιοικητικού χάρτη της χώρας) για να εξοικονομηθούν χρήματα; Πώς αυτά τα όργανα θα αφουγκραστούν έμπρακτα τις ανάγκες των ιδρυμάτων; Με ποια χρήματα; Ας σκεφτούμε πως ήδη οι πρυτάνεις των παν/μιων Ιωαννίνων, Α.Π.Θ. και Μακεδονίας έχουν δηλώσει πως προχωρούν σε σημαντική έκπτωση της ποιότητας σπουδών. Πιστέψτε με, είναι πολλά περισσότερα τα ιδρύματα που βρίσκονται σε αυτή ή ακόμα σε χειρότερη κατάσταση!

· Το Συμβούλιο Διοίκησης που θα επιμεριστεί με τη Σύγκλητο τα της διοίκησης θέματα αποτελεί μια καινοτομία. Μάλιστα τα μέλη που θα το απαρτίζουν ξενίζουν εν μέρει ως προς την ιδιότητά τους. Εκπλήσσουν θα λέγαμε. Η ερώτηση είναι απλή και θα την διατυπώσω εξίσου απλοϊκά: Τι δουλειά έχουν εξωτερικά μέλη στη διοίκηση του παν/μιου και μάλιστα ποια θα είναι η ιδιότητά τους; Επίσης: Υπάρχουν ικανά μέλη σε όλες της περιοχές που βρίσκονται τριτοβάθμια ιδρύματα για να στελεχώσουν το συμβούλιο αυτό;

· Η δημόσια ειδική υπηρεσία ή ανεξάρτητη αρχή που θα αναλάβει τη διαχείριση και κατανομή της δημόσιας χρηματοδότησης στα Ιδρύματα δεν έρχεται σε αντίφαση με την εκχώρηση των αρμοδιοτήτων στα τοπικά όργανα; Κι αν όχι, υπάρχει περίπτωση συνεργασίας; Η παρούσα, δηλαδή, κατάσταση πως ακριβώς θα τροποποιηθεί;

· Η αναπροσαρμογή των βαθμίδων του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού και η αλλαγή στη σύσταση των εκλεκτορικών σωμάτων εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους. Συγκεκριμένα με το νέο καθεστώς προωθείται η ανάπτυξη του θεσμού της κλίκας. Εξηγούμαστε: Τα εκλεκτορικά σώματα των καθηγητών θα απαρτίζονται πλέον μόνο από πρωτοβάθμιους καθηγητές. Κι αυτό γιατί πλέον σε θα υπάρχουν λέκτορες και η μονιμοποίηση θα έρχεται στη βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή. Με ποια κριτήρια πιστεύετε ότι θα λειτουργεί γενικά το παν/μιο όταν ένας επίκουρος καθηγητής επιθυμεί την ανέλιξη; Θα αναπτύσσεται ο γόνιμος διάλογος από την πλευρά του, ή απλώς θα μεταφέρει τις απόψεις εκείνων που (εκ των προτέρων ξέρει ότι) θα τον κρίνουν; Κι ας σκεφτούμε ότι το παν/μιο είναι ο κατεξοχήν χώρος γόνιμου ΔΙΑΛΟΓΟΥ.

Οι προηγούμενες παράμετροι διασαφηνίστηκαν, κρίθηκαν και αξιολογήθηκαν περισσότερο με τη μορφή των ερωτημάτων (ρητορικών), ακριβώς επειδή κανείς πιστεύω δε συμφωνεί με την εφαρμογή τους. Ωστόσο πρέπει να σκύψουμε στην ουσία τους για να αντιληφθούμε το παραπάνω.

· Σε σχέση με την εισαγωγή του υποψηφίου σε σχολή ή ακόμα και σε παν/μιο πολλά μπορούν να ειπωθούν. Κατ’ αρχάς είναι ένα θετικό βήμα εάν λάβουμε υπόψη μας το παράδειγμα άλλων χωρών. Από εκεί και πέρα η δημιουργία προϋποθέσεων από την πλευρά των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων για την ομαλή εισαγωγή, αξιοποίηση και αξιολόγηση των φοιτητών του λεγόμενου προπαρασκευαστικού έτους σπουδών είναι αυτονόητα επιβεβλημένη. Γεγονός που απαιτεί εκ νέου μετερρύθμιση στους οδηγούς σπουδών. Θυμίζω ότι η προσπάθεια αυτή έχει ήδη γίνει σε κάποια τμήματα. Επομένως, πάλι απ’ την αρχή για κάποιους. Εγχείρημα που προϋποθέτει δουλειά και πολύ διάλογο. Το υπουργείο επ’ αυτού κωφεύει. Επίσης θα καθιστούσε περισσότερο στοχοθετημένη την όλη τους προσπάθεια ένταξης η παράμετρος οι φοιτητές να δηλώνουν σχολές κι όχι παν/μια. Επίσης δε θα ήταν πιο δίκαιο αποτυχία εισαγωγής στο δεύτερο έτος να μη σημαίνει αποκλεισμός από την τριτοβάθμια, αλλά αναλόγως με τη βαθμολογία τους να εισάγονται σε ανάλογες ή (αν δεν υπάρχουν) παρεμφερείς σχολές άλλων τριτοβάθμιων ιδρυμάτων. Γιατί δεν έχουμε ακούσει τι μέλει γενέσθαι σε αυτήν την περίπτωση. Το παραπάνω σημαίνει ιεράρχηση των παν/μιων (προεκτείνοντας το ισχύον σύστημα μορίων). Προσοχή: Η ιεράρχηση να μη συνεπάγεται ανισομερή χρηματοδότηση. Ακριβώς, δηλαδή, όπως ισχύει τώρα.

· Σε σχέση, τώρα, με τις σχολές μεταπτυχιακών σπουδών φρονώ πως λίγα μπορούμε να πούμε. Η θεσμοθέτησής τους συνιστά παράλογο εγχείρημα. Θα ήταν περισσότερο αποδοτικό να ενισχυθούν τα ήδη υπάρχοντα, παρά να ιδρυθούν νέες σχολές στην παρούσα οικονομική συγκυρία. Τα μεταπτυχιακά λειτουργούν καλά, μόνο όταν υποστηρίζονται οικονομικά, όχι αλλάζοντας το διαχειριστή τους.

· Για το τέλος άφησα την ξεκάθαρη μείωση της φοιτητικής εκπροσώπησης. Αδιαπραγμάτευτη αρχή οφείλει να είναι η ισότιμη αντιμετώπιση των φοιτητών στα ιδρύματα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αυτός που πάλεψε για τη συνδιοίκηση. Δεν έχει καμία Διαμαντοπούλου δικαίωμα να αφαιρέσει από τον κόσμο ένα αναφαίρετο δικαίωμά του. Ας επιστρέψει το ποσοστό στα επίπεδα που ήταν προ Ν.Δ. Αυτή είναι έντιμη αντιμετώπιση. Βέβαια ας αναλογιστούν και οι φοιτητές το ρόλο τους. Πρέπει να παρεμβαίνουν κριτικά και όχι αποσπασματικά ή επιδερμικά!

Τα παραπάνω αποτελούν κριτική θεώρηση μιας επικείμενης πολιτικής μεταρρυθμιστικής πρότασης του υπουργείου. Οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι πολλοί. Ας μην ξεχνάμε, όμως, πως η φάση του επίσημου διαλόγου έχει πλέον ξεκινήσει. Δεν μένει παρά οι αρμόδιοι φορείς να καταθέσουν τις προτάσεις τους. ΠΟΣΔΕΠ, Ενιαίοι Φορείς Διδασκόντων και Φοιτητικές παρατάξεις, με ενωτικούς και συλλογικούς αγώνες οφείλουν να φανούν αντάξιοι των προσδοκιών τους. Αρκεί να επικρατήσει η λογική στη βάση της διαβούλευσης κι όχι ο παραλογισμός της εγωιστικής διεκδίκησης.

Μανώλης Κουναλάκης

Απόφοιτος Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης Παν/μιου Κρήτης

Μέλος Νεολαίας Ν.Ε. ΠΑ.ΣΟ.Κ. Λασιθίου

Τομεάρχης Παιδείας «ΠΕΙΡΑΤΙΚΟΥ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου